Ορισμός

Η δυσκοιλιότητα είναι μια συχνή διαταραχή της πέψης που χαρακτηρίζεται από σπάνιες ή δύσκολες κενώσεις, συνήθως λιγότερες από τρεις την εβδομάδα. Μπορεί να συνοδεύεται από αίσθημα ατελούς κένωσης ή δυσφορία.

Παθογένεση

Η δυσκοιλιότητα μπορεί να είναι λειτουργική ή οργανική. Στους λειτουργικούς παράγοντες περιλαμβάνονται η μειωμένη κινητικότητα του εντέρου, διατροφικές συνήθειες φτωχές σε φυτικές ίνες και ανεπαρκής πρόσληψη υγρών. Οργανικά αίτια μπορεί να περιλαμβάνουν αποφρακτικές διαταραχές, παθήσεις του νευρικού συστήματος ή φάρμακα που επιβραδύνουν την κινητικότητα.

Διάγνωση

Η διάγνωση γίνεται κυρίως μέσω του ιστορικού και της φυσικής εξέτασης. Η χρήση κριτηρίων, όπως τα Rome IV, βοηθά στη διάγνωση της λειτουργικής δυσκοιλιότητας. Εργαστηριακές εξετάσεις, ενδοσκόπηση ή απεικονιστικές μέθοδοι χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση οργανικών αιτίων.

Θεραπεία

Η θεραπεία περιλαμβάνει αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως αύξηση της πρόσληψης φυτικών ινών, υγρών και τακτική άσκηση. Σε επίμονες περιπτώσεις, συνιστώνται καθαρτικά ή φάρμακα που διεγείρουν την κινητικότητα του εντέρου. Για οργανικά αίτια, αντιμετωπίζεται η υποκείμενη πάθηση. Η ιατρική παρακολούθηση είναι σημαντική για την αποφυγή επιπλοκών, όπως αιμορροΐδες ή ραγάδες.